- σείρινα
- σείρῐνα, τά,A light summer clothes, Lycurg.Fr.28.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
σείρινα — light summer clothes neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
RHETOR — per excellentiam Demosthenes dictus est. Harpocration in Οἰνέη καὶ Οἰναῖος, Μνημονεύει δ᾿ ἂν νῦν ὁ Ρ῾ήτωρ τοῦ πρὸς Ἐλευθέραις, οὑ καὶ Οουκυδιδης εν τῇ δευτέρᾳ. Et in Sirrina, Ε῎ςτι δὲ καὶ Σεῖρις πόλις Ι᾿ταλική καὶ τάχα τὰ ἔνθεν ὑφάσματα, ἤ τινα… … Hofmann J. Lexicon universale
σείρινος — ίνη, ον, Α [Σείριος] 1. θερμός, καυστικός 2. φρ. «σείρινα ἱμάτια» ελαφρά, καλοκαιρινά ενδύματα … Dictionary of Greek
σειρόν — Α (κατά τον Ησύχ.) «τὸ ἀνδρεῑον θέριστρον. Σικυώνιοι». [ΕΤΥΜΟΛ. Παρλλ. τ. τού σείρινα / σείρινος*] … Dictionary of Greek